Μετά τη δημοσίευση του κειμένου του νομοσχεδίου «Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους ΟΤΑ α’ βαθμού, Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, Ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις.» παραθέτουμε τις τελικές διατάξεις για τη ρύθμιση 120 δόσεων προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΦΟΡΕΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής

1. Το σύνολο των οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, υπάγονται σε ρύθμιση, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.

2. Στη ρύθμιση του παρόντος υπάγονται νομικά και φυσικά πρόσωπα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας, τη διακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή/και τη διακοπή ή αλλαγή της ιδιότητας, λόγω της οποίας δημιουργήθηκε η οφειλή.

3. Στη ρύθμιση του παρόντος δύναται να υπαχθούν και οφειλές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4469/2017 (Α’ 62). Οι οφειλές του προηγούμενου εδαφίου υπάγονται αυτοτελώς χωρίς να επηρεάζονται οι όροι της ρύθμισης ως προς τους λοιπούς πιστωτές του ν. 4469/2017. Αν εκκρεμεί διαδικασία υπαγωγής οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στη ρύθμιση του ν. 4469/2017, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος είναι δυνατή με τροποποίηση μόνο των σχετικών στοιχείων της οφειλής προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στην αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4469/2017.

4. Στη ρύθμιση του παρόντος δεν υπάγονται οφειλές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 (Α’ 130). Αν εκκρεμεί διαδικασία υπαγωγής οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος είναι δυνατή μόνο αν ο οφειλέτης παραιτηθεί από την εν λόγω διαδικασία για τις οφειλές προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος.

Άρθρο 2
Οφειλές μη μισθωτών

1. To σύνολο των οφειλών των μη μισθωτών ασφαλισμένων, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος. Κύρια οφειλή που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, επανυπολογίζεται, ανάλογα προς τον κλάδο ασφάλισης στον οποίο αφορά, σύμφωνα με ποσοστά υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών του τέταρτου εδαφίου της περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 35, του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 39, της παρ. 2 του άρθρου 41 και της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 (Α’ 85). Ως βάση υπολογισμού ορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2018. Οι πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκοι λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής κύριας οφειλής που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, επανυπολογίζονται επί του ποσού της κύριας οφειλής που προκύπτει σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια. Ο επανυπολογισμός των προηγούμενων εδαφίων λαμβάνει χώρα κατόπιν επιλογής του οφειλέτη.

2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση 85% επί των πάσης φύσεων προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως υπολογίζονται σύμφωνα με την παρ. 1 έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.

3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).

4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.

Άρθρο 3
Οφειλές προς ΟΓΑ

1. Το σύνολο των οφειλών των ασφαλισμένων προς ΟΓΑ, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος.

2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση παρέχεται έκπτωση 100% επί των πάσης φύσεων προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.

3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).

4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από τριάντα (30) ευρώ.

Άρθρο 4
Οφειλές εργοδοτών

1. Το σύνολο των οφειλών των εργοδοτών από την απασχόληση εργαζομένων, που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος.

2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση παρέχεται έκπτωση επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, ως εξής:
α) Σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής της κύριας οφειλής, έκπτωση 100%.
β) Σε περίπτωση τμηματικής καταβολής της κύριας οφειλής, έκπτωση 50%.

3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).

4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.

Άρθρο 5
Οφειλές από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές

1. Οφειλές από κάθε είδους παροχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως σε ασφαλισμένο ή συνταξιούχο έως και 31.12.2018 δύναται να υπαχθούν στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον δεν έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε βάρος του οφειλέτη λόγω των οφειλών αυτών.

2. Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση παρέχεται έκπτωση 85% επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.

3. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).

4. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.

5. Ειδικά για συνταξιούχους που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής των οφειλών της παρ. 1 με παρακράτηση των προβλεπόμενων δόσεων από το ποσό της σύνταξης, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος συνεπάγεται την έναρξη της παρακράτησης των δόσεων για την εξόφληση της εναπομένουσας οφειλής από το ποσό της σύνταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, από τον επόμενο μήνα από την υπαγωγή στη ρύθμιση. Από την έναρξη της παρακράτησης του προηγούμενου εδαφίου, η προγενέστερη ρύθμιση παύει να ισχύει.

Άρθρο 6
Οφειλές από περισσότερες αιτίες

Σε περίπτωση οφειλών από περισσότερες αιτίες, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 2 έως 5, οι οφειλές από κάθε αιτία ρυθμίζονται αυτοτελώς και ο οφειλέτης καταβάλλει αθροιστικά τις προκύπτουσες δόσεις κάθε ρύθμισης.

Άρθρο 7
Μετάπτωση από υφιστάμενη ρύθμιση

Με την επιφύλαξη των παρ. 3 και 4 του άρθρου 1, η υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος συνεπάγεται τη μετάπτωση του υπολειπόμενου ποσού οφειλής που έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ, στη ρύθμιση του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή, επέρχεται απώλεια των διευκολύνσεων της προηγούμενης ρύθμισης. Ειδικά για συνταξιούχους που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών με παρακράτηση των προβλεπόμενων δόσεων από το ποσό της σύνταξης, το υπολειπόμενο ποσό οφειλής παρακρατείται σε μέχρι εκατόν είκοσι (120) δόσεις, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη αίτηση του συνταξιούχου. Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.

Άρθρο 8
Αμφισβητούμενες οφειλές και οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης

1. Στη ρύθμιση του παρόντος δύναται να υπαχθούν, με επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές που έχουν δημιουργηθεί έως και 31.12.2018 και οι οποίες, κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, τελούν σε αναστολή είσπραξης, δικαστική ή διοικητική ή εκ του νόμου, ή αμφισβητούνται με την άσκηση προσφυγής ή ένδικου βοηθήματος ή μέσου.

2. Με την επιφύλαξη της περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 17, η άρση της αναστολής είσπραξης ή της αμφισβήτησης των οφειλών που δεν συμπεριλήφθηκαν στη ρύθμιση δεν συνεπάγεται την έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση του παρόντος.

3. Μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, δίχως να περιλαμβάνονται σε αυτή οι οφειλές της παρ. 1, η μεταγενέστερη υπαγωγή των οφειλών αυτών δεν είναι δυνατή, ακόμη και μετά την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης.

Άρθρο 9
Δικαίωμα συνταξιοδότησης

1. Αν η οφειλή που υπάγεται σε ρύθμιση, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, είναι κάτω από το όριο που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 2 και της περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 61 του ν. 3863/2010 (Α’ 115) και του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 4144/2013 (Α’ 88), ο οφειλέτης δικαιούται απονομής σύνταξης, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις. Ειδικά για την εφαρμογή του παρόντος, το όριο που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 4144/2013 διαμορφώνεται στο ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ για τους ασφαλισμένους του πρώην Ο ΓΑ που συμπληρώνουν το 67ο έτος της ηλικίας τους μέχρι την 31.12.2019.

2. Οι οφειλές της παρ. 1 καταβάλλονται σε μηνιαίες δόσεις, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).

3. Η υποχρέωση καταβολής καθορίζεται ως εξής:

α) Έως την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, ο οφειλέτης καταβάλλει τις δόσεις της ρύθμισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 11.

β) Από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την έναρξη καταβολής της σύνταξης, αναστέλλεται η υποχρέωση καταβολής των δόσεων της ρύθμισης. Οι δόσεις που αντιστοιχούν στο διάστημα του προηγούμενου εδαφίου παρακρατούνται αθροιστικά από το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά για το διάστημα αυτό. Οι επόμενες δόσεις παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης κάθε επόμενου μήνα από αυτόν της έναρξης καταβολής της σύνταξης. Ειδικά κατά την περίοδο χορήγησης προσωρινής σύνταξης, από τη σύνταξη παρακρατούνται τα ποσά που αντιστοιχούν στο ελάχιστο ποσό δόσης. Η διαφορά μεταξύ του ποσού της οφειλόμενης δόσης και του ήδη παρακρατηθέντος ελάχιστου ποσού δόσης, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, παρακρατείται αθροιστικά από το ποσό της οριστικής σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά για το διάστημα αυτό.

γ) Αν η αίτηση συνταξιοδότησης απορριφθεί, ο οφειλέτης υποχρεούται να αποπληρώσει, εντός τριών (3) μηνών από την επίδοση της απορριπτικής απόφασης, το σύνολο των δόσεων που αντιστοιχούν στο διάστημα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την επίδοση της απορριπτικής απόφασης.

4. Αν η συνταξιοδότηση διακοπεί λόγω λήξης του δικαιώματος, ο οφειλέτης εξακολουθεί να υπάγεται στη ρύθμιση.

5. Αν έχουν καταβληθεί εφάπαξ ποσά για την εξόφληση ασφαλιστικών οφειλών με σκοπό τη συνταξιοδότηση και τα ποσά αυτά δεν επαρκούν για το σκοπό αυτό, η οφειλή δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, ως εξής:

α) Η αρχική οφειλή, δίχως των συνυπολογισμό των καταβολών, υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6.

β) Από το ποσό της οφειλής, όπως προκύπτει σύμφωνα με την περ. α’, αφαιρούνται τα εφάπαξ ποσά που έχουν καταβληθεί.

γ) Το ποσό της οφειλής, όπως προκύπτει σύμφωνα με τις περ. α’ και β’, εντάσσεται στη ρύθμιση του παρόντος.

Αν το ποσό της οφειλής, που προκύπτει μετά τον επανυπολογισμό, είναι μικρότερο από αυτό που έχει καταβληθεί, το υπερβάλλον δεν αναζητείται.

Άρθρο 10
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης

1. Η βασική οφειλή που υπάγεται στη ρύθμιση του παρόντος, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 έως 6, κεφαλαιοποιείται κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και, αντί τόκων, πρόσθετων τελών και προσαυξήσεων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, κατά την κείμενη νομοθεσία, επιβαρύνεται, από τον επόμενο μήνα από αυτόν της υπαγωγής στη ρύθμιση, με τόκο που υπολογίζεται με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογιζόμενο.

2. Αν μετά από έλεγχο προκύψει οφειλή αναγόμενη σε χρονική περίοδο της ρύθμισης, είναι δυνατή είτε η εφάπαξ εξόφλησή της είτε η ένταξή της στη ρύθμιση με ανακαθορισμό των ποσών της ρύθμισης.

3. Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, την εφάπαξ εξόφληση του υπόλοιπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων.

Άρθρο 11
Υποβολή αίτησης – Τηρητέα διαδικασία

1. Το δικαίωμα υποβολής αίτησης για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος παρέχεται άπαξ ανά οφειλέτη.

2. Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος υποβάλλεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4. Κατ’ εξαίρεση, όπου υπάρχει αδυναμία πιστοποίησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, η αίτηση υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΚΕΑΟ.

3. Για τους οφειλέτες των άρθρων 2 και 3, η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθμιση περιλαμβάνει δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο ζητείται ο προσδιορισμός της οφειλής μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΕΦ ΚΑ. Στους οφειλέτες του άρθρου 2 που επιλέγουν επανυπολογισμό της οφειλής παρέχεται ενημέρωση για το ύψος της οφειλής, όπως διαμορφώνεται πριν και μετά τον επανυπολογισμό. Μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου και τη διαβίβαση της προσδιοριζόμενης, κατά τα προηγούμενα εδάφια, οφειλής στο ΚΕΑΟ, υποβάλλεται αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.

4. Για τους οφειλέτες των άρθρων 4 και 5, υποβάλλεται απευθείας αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.

5. Αρμόδια όργανα για την έκδοση της απόφασης υπαγωγής στη ρύθμιση είναι οι προϊστάμενοι των περιφερειακών υπηρεσιών του ΚΕΑΟ.

6. Με την επιφύλαξη των περ. β’ και γ’ της παρ. 3 του άρθρου 9, η πρώτη δόση της ρύθμισης καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα από το μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Με την απόφαση υπαγωγής στη ρύθμιση καθορίζεται το ποσό κάθε δόσης, ο αριθμός των δόσεων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Άρθρο 12
Δικαιολογητικά

Για την παρ. 4 του άρθρου 1 προσκομίζεται στις περιφερειακές υπηρεσίες του ΚΕΑΟ δήλωση παραίτησης από τη διαδικασία υπαγωγής των οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στη ρύθμιση του ν. 3869/2010, σύμφωνα με το άρθρο 294 ΚΠολΔ.

Άρθρο 13
Καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση

Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος υποβάλλεται έως 30.9.2019.

Άρθρο 14
Χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας

1. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, δύναται να χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας διμηνιαίας ισχύος.

2. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, χορηγείται στις επιχειρήσεις της περ. ε’ της παρ. 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179) αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, εφόσον για το έργο για το οποίο χορηγείται το αποδεικτικό δεν υφίστανται τρέχουσες ή ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, χορηγείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας με παρακράτηση ποσού ίσου με την οφειλή.

Άρθρο 15
Αναστολή ποινικών διώξεων και μέτρων εκτέλεσης

Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής και οι λοιποί όροι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος:

α) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη. Ειδικά για κατασχέσεις στα χέρια τρίτων που έχουν επιβληθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 60 του ν. 3863/2010 (Α’ 115).

β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του αν. 86/1967 (Α’ 136), αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται.

Άρθρο 16
Αναστολή παραγραφής οφειλών

Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης ή από την έκπτωση από τη ρύθμιση.

Άρθρο 17
Απώλεια της ρύθμισης

1. Η ρύθμιση του παρόντος απόλλυται, εάν:

α) Δεν καταβληθεί ποσό δόσεων που αντιστοιχεί σε δύο (2) δόσεις της ρύθμισης.

β) Δεν καταβληθούν βεβαιωμένες οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019. Ειδικά επί μη μισθωτών ασφαλισμένων, ως βεβαιωμένες οφειλές νοούνται αυτές που προκύπτουν μετά το πέρας της ετήσιας εκκαθάρισης, σύμφωνα με τις υπ’ αριθμ. 61501/3398/30.12.2016 (Β’ 4330) και 61502/3399/30.12.2016 (Β’ 4330) υπουργικές αποφάσεις, και βεβαιώνονται στο ΚΕΑΟ.

γ) Δεν καταβληθούν εντός τριών (3) μηνών από την άρση της αναστολής ή της αμφισβήτησης, οι οφειλές που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση τελούσαν σε αναστολή είσπραξης, δικαστική ή διοικητική ή εκ του νόμου, ή αμφισβητούνταν με την άσκηση προσφυγής ή ένδικου βοηθήματος ή μέσου και δεν υπήχθησαν στη ρύθμιση του παρόντος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.

δ) Δεν καταβληθεί το σύνολο των δόσεων που αντιστοιχούν στο διάστημα από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την επίδοση της απορριπτικής απόφασης, κατά τα οριζόμενα στην περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 9.

Η ρύθμιση δεν απόλλυται, εάν οι οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019 τελούν σε αναστολή είσπραξης, διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου, ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, οι όροι της οποίας τηρούνται.

Αν ο οφειλέτης αποβιώσει πριν την ολοκλήρωση της ρύθμισης, η ρύθμιση συνεχίζεται από τους κληρονόμους του. Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αποποίησης και για τρεις (3) μήνες μετά τη λήξη της δεν επέρχεται έκπτωση του κληρονόμου. Σε περίπτωση προσώπων που έλκουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω θανάτου του οφειλέτη, οι δόσεις της ρύθμισης παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης που τους μεταβιβάζεται, σύμφωνα με τους όρους της ρύθμισης.

Η απώλεια της ρύθμισης επιφέρει τις ακόλουθες συνέπειες:

α) Την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης.

β) Την αναβίωση της οφειλής και των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής στην κατάσταση που είχαν κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, πριν τον τυχόν επανυπολογισμό τους, και την κατάστασή τους ως ληξιπρόθεσμων και απαιτητών. Για τον υπολογισμό του οφειλόμενου ποσού, το ποσό που έχει καταβληθεί κατά τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος έως την απώλειά της αφαιρείται από το ποσό της οφειλής που αναβιώνει, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο.

γ) Την άρση της αναστολής των μέτρων εκτέλεσης και των ποινικών διώξεων του άρθρου 15.

δ) Την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής με όλα τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία μέσα.

Άρθρο 18
Εξουσιοδοτικές διατάξεις

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δύναται να επανακαθορίζονται η διαδικασία και τα αρμόδια όργανα του άρθρου 11 και τα δικαιολογητικά του άρθρου 12, να παρατείνεται η προθεσμία του άρθρου 13 και να καθορίζονται τυχόν ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου.

Πηγή: taxheaven.gr